Η KPMG διερευνά την εμπιστοσύνη των πολιτών στην Τεχνητή Νοημοσύνη

Η διενεργηθείσα μελέτη Trust, “Attitudes and Use of Artificial Intelligence: A Global Study 2025”, σε συνεργασία με την KPMG, υπό την επιστημονική καθοδήγηση της Καθηγήτριας Nicole Gillespie, Chair of Trust στο Melbourne Business School του Πανεπιστημίου της Μελβούρνης, και του Dr Steve Lockey, Research Fellow, συνιστά την πιο ολοκληρωμένη παγκόσμια έρευνα για την εμπιστοσύνη, τη χρήση και τις στάσεις του κοινού απέναντι στην τεχνητή νοημοσύνη.
Βασιζόμενη σε στοιχεία άνω των 48.000 συμμετεχόντων σε 47 χώρες, από τον Νοέμβριο 2024 έως τον Ιανουάριο 2025, επισημαίνει ότι περισσότεροι από τους μισούς πολίτες παγκοσμίως είναι επιφυλακτικοί απέναντι στην τεχνητή νοημοσύνη, προσμετρώντας τα προφανή οφέλη και τους επικείμενους εν γένει κινδύνους της τεχνολογίας. Σε ένα ποσοστό 66% οι πολίτες προσφεύγουν στην τεχνητή νοημοσύνη με κάποια συχνότητα, ενώ λιγότεροι από τους μισούς (46%) παγκοσμίως εμφανίζονται διατεθειμένοι να την εμπιστευτούν.
Συγκριτικά με προηγούμενη μελέτη που διεξήχθη σε 17 χώρες πριν από την κυκλοφορία του ChatGPT το 2022, με δεδομένο ότι η υιοθέτηση της τεχνολογίας έχει κατά πολύ ενταθεί, καταγράφεται μείωση στα επίπεδα εμπιστοσύνης και αύξηση της ανησυχίας του κοινού.
Η καθηγήτρια N. Gillespie σημειώνει: «Η εμπιστοσύνη του κοινού στις τεχνολογίες τεχνητής νοημοσύνης, καθώς και η ασφαλής και υπεύθυνη χρήση τους, αποτελούν βασικές προϋποθέσεις για τη διαρκή αποδοχή και ενσωμάτωσή τους… δεδομένων των επιπτώσεων της τεχνητής νοημοσύνης στην κοινωνία, την εργασία, την εκπαίδευση και την οικονομία, η ενσωμάτωση της φωνής του πολίτη στον δημόσιο διάλογο είναι πλέον πιο αναγκαία από ποτέ».
Τεχνητή νοημοσύνη και εργασία
Η εκτεταμένη χρήση της τεχνητής νοημοσύνης είναι πλέον δεδομένη. Τρεις στους πέντε εργαζόμενους (58%) δηλώνουν ότι τη χρησιμοποιούν συνειδητά, και ένας στους τρεις (31%) την αξιοποιεί σε εβδομαδιαία ή καθημερινή βάση. Τα οφέλη της σημαντικά, εφόσον η πλειονότητα των εργαζομένων αναφέρει αυξημένη αποδοτικότητα, ταχύτερη πρόσβαση στην πληροφορία και ενίσχυση της καινοτομίας. Το 48% δηλώνει ότι η χρήση της τεχνητής νοημοσύνης έχει συμβάλει στην ενίσχυση δραστηριοτήτων που σχετίζονται με τη δημιουργία εσόδων.
Παρόλα αυτά οι μισοί σχεδόν εργαζόμενοι παραδέχονται ότι χρησιμοποιούν την τεχνητή νοημοσύνη κατά τρόπο που παραβιάζει τις εταιρικές πολιτικές (ανάρτηση π.χ ευαίσθητων εταιρικών δεδομένων σε δημόσια διαθέσιμα εργαλεία, όπως το ChatGPT).
Σημειώνεται ακόμη ότι ένα σημαντικό ποσοστό εργαζομένων (66%) βασίζεται στα αποτελέσματα της τεχνητής νοημοσύνης, χωρίς να αξιολογεί την ακρίβειά τους, ενώ το 56% αποδίδει λάθη στην εργασία του εξαιτίας της ανεξέλεγκτης χρήσης. Οι επιπτώσεις δεν είναι αμελητέες από τη στιγμή που περισσότεροι από τους μισούς εργαζόμενοι (57%) φαίνεται να αποκρύπτουν τη χρήση της και παρουσιάζουν την παραγόμενη εργασία ως δική τους.
Είναι επίσης δεδομένο ότι η χρήση της τεχνητής νοημοσύνης γίνεται σχετικά αναφομοίωτα. Μόλις το 47% των εργαζομένων δηλώνει ότι έχει λάβει σχετική εκπαίδευση, ενώ μόνο το 40% αναφέρει ότι ο εργασιακός του χώρος δεν διαθέτει πολιτική ή κατευθυντήριες οδηγίες για τη χρήση της. Το δε 50% εκφράζει την ανησυχία του μήπως μείνει πίσω αν δεν χρησιμοποιεί τεχνητή νοημοσύνη. «Τα ευρήματα δείχνουν ότι η χρήση της τεχνητής νοημοσύνης από τους εργαζομένους ενισχύει την απόδοση, αλλά ταυτόχρονα εισάγει κινδύνους λόγω εφησυχασμού και έλλειψης διαφάνειας. Υπογραμμίζουν τη σημασία της αποτελεσματικής διακυβέρνησης, της εκπαίδευσης και της καλλιέργειας μιας κουλτούρας υπεύθυνης, ανοιχτής και υπόλογης χρήσης της τεχνητής νοημοσύνης», αναφέρει η επικεφαλής της έρευνας.
Δείτε επίσης: Μνημόνιο συνεργασίας μεταξύ του Θριάσιου Εμπορευματικού Κέντρου & ONEX Elefsis Port
Τεχνητή νοημοσύνη και κοινωνία
Συγκεκριμένα τέσσερις στους πέντε πολίτες προβάλλουν τα οφέλη από τη χρήση της τεχνητής νοημοσύνης, όπως η μείωση του χρόνου για επαναλαμβανόμενες εργασίες, η αυξημένη εξατομίκευση, η μείωση κόστους και η βελτίωση της προσβασιμότητας. Ενώ, το ίδιο ποσοστό (80%) εκφράζει ανησυχία για τους κινδύνους που σχετίζονται με τη χρήση της τεχνητής νοημοσύνης, με δύο στους πέντε (40%) να έχουν ήδη βιώσει τις αρνητικές της επιπτώσεις. Ειδικότερα αναφέρονται στη μείωση της ανθρώπινης επαφής, τις απειλές για την κυβερνοασφάλεια, εξάπλωση παραπληροφόρησης και ψευδών ειδήσεων, ανακριβή αποτελέσματα και απώλεια δεξιοτήτων. Μάλιστα το 64% εκφράζει την ανησυχία μήπως οι επηρεαστούν από bots και περιεχόμενο που παράγεται μέσω της τεχνητής νοημοσύνης και οι εκλογικές διαδικασίες.
Υψηλό ποσοστό (70%) των πολιτών θεωρεί απαραίτητη τη ρύθμιση της τεχνητής νοημοσύνης, ενώ μόνο το 43% πιστεύει ότι το υφιστάμενο νομικό και κανονιστικό πλαίσιο είναι επαρκές. Προφανώς η δημόσια απαίτηση για διεθνή ρύθμιση είναι σαφής αλλά και για συνεργασία της βιομηχανίας με τις κυβερνήσεις για τον περιορισμό των κινδύνων. Το 87% των συμμετεχόντων επιθυμεί αυστηρότερη νομοθεσία για την αντιμετώπιση της παραπληροφόρησης, αναμένοντας από τα μέσα ενημέρωσης και τις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης να ενισχύσουν τους μηχανισμούς ελέγχου εγκυρότητας.
Σύμφωνα με την N. Gillespie: «Η έρευνα αναδεικνύει μια εντεινόμενη αντίφαση: οι πολίτες απολαμβάνουν οφέλη από την υιοθέτηση της τεχνητής νοημοσύνης στην εργασία και την κοινωνία, αλλά ταυτόχρονα βιώνουν και αρνητικές συνέπειες. Η πραγματικότητα αυτή ενισχύει τη δημόσια απαίτηση για πιο ισχυρό ρυθμιστικό πλαίσιο και αποτελεσματική διακυβέρνηση, καθώς και την ανάγκη για διαφάνεια και ασφάλεια στη χρήση των συστημάτων τεχνητής νοημοσύνης».
Ο David Rowlands, Global Head of AI της KPMG International, τονίζει ότι η παρούσα μελέτη προτείνει εναλλακτικές για τους οργανισμούς προκειμένου να προωθήσουν πρωτοβουλίες ενισχυμένης διακυβέρνησης και πρόληψης, ώστε να ανακτηθεί η εμπιστοσύνη εργαζόμενων, πελατών και ρυθμιστικών αρχών.
«Αναμφισβήτητα πρόκειται για τη σημαντικότερη τεχνολογική καινοτομία της γενιάς μας. Είναι κρίσιμο η τεχνητή νοημοσύνη να βασίζεται στην εμπιστοσύνη, ιδίως υπό το πρίσμα της ραγδαίας εξέλιξής της. Οι οργανισμοί έχουν καθοριστικό ρόλο στην εξασφάλιση ότι τα συστήματα τεχνητής νοημοσύνης είναι όχι μόνο αξιόπιστα, αλλά και άξια εμπιστοσύνης… Οι πολίτες αναζητούν διασφαλίσεις σχετικά με τα συστήματα τεχνητής νοημοσύνης που χρησιμοποιούν, γεγονός που σημαίνει ότι το πλήρες δυναμικό της τεχνητής νοημοσύνης μπορεί να αξιοποιηθεί μόνο εφόσον υπάρξει εμπιστοσύνη στα συστήματα που λαμβάνουν ή υποστηρίζουν αποφάσεις. Αυτός είναι και ο λόγος που η KPMG ανέπτυξε τη μεθοδολογία Trusted AI – ώστε η εμπιστοσύνη να είναι όχι μόνο απτή, αλλά και μετρήσιμη για τους πελάτες μας».
Οι αναδυόμενες οικονομίες πρωτοστατούν
Οι πολίτες σε αναδυόμενες οικονομίες εμφανίζουν υψηλότερα επίπεδα εξοικείωσης με την τεχνητή νοημοσύνη (64% έναντι 46%) και μεγαλύτερη συμμετοχή σε εκπαιδευτικά προγράμματα σχετικά με την τεχνητή νοημοσύνη (50% έναντι 32%). Υιοθετούν την τεχνητή νοημοσύνη ευκολότερα, αναφέροντας σημαντικότερα οφέλη από τη χρήση της (82% έναντι 65%), τόσο στην εργασία όσο και στην προσωπική τους ζωή. Εκφράζουν μάλιστα μεγαλύτερη εμπιστοσύνη, αποδοχή και αισιοδοξία ως προς τη χρήση της, συγκριτικά με τους πολίτες ανεπτυγμένων οικονομιών. Τρεις στους πέντε πολίτες δηλώνουν ότι εμπιστεύονται τα συστήματα τεχνητής νοημοσύνης, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στις ανεπτυγμένες οικονομίες είναι δύο στους πέντε.
«Η υψηλότερη υιοθέτηση και εμπιστοσύνη στην τεχνητή νοημοσύνη που παρατηρείται στις αναδυόμενες οικονομίες πιθανότατα συνδέεται με τα μεγαλύτερα συγκριτικά οφέλη και τις ευκαιρίες που προσφέρει στους πολίτες των χωρών αυτών, καθώς και με τον καθοριστικό ρόλο που διαδραματίζει η τεχνολογία στην οικονομική τους ανάπτυξη», σημειώνει η Ν. Gillespie.
Ο Νίκος Μανιάτης, Partner, Head of Technology and Innovation, KPMG στην Ελλάδα, αναφέρει σχετικά: «Η παγκόσμια μελέτη της KPMG επιβεβαιώνει αυτό που ήδη βιώνουμε καθημερινά στους οργανισμούς: η τεχνητή νοημοσύνη έχει τη δύναμη να μεταμορφώσει κάθε πτυχή της οικονομικής και κοινωνικής ζωής, αλλά η πρόκληση της εμπιστοσύνης παραμένει κρίσιμη. Είναι πλέον ξεκάθαρο πως δεν αρκεί να χτίζουμε ισχυρές τεχνολογικές υποδομές — οφείλουμε να επενδύσουμε εξίσου σε μηχανισμούς διακυβέρνησης, διαφάνειας και εκπαίδευσης.
Οι οργανισμοί που θα ξεχωρίσουν την επόμενη πενταετία θα είναι εκείνοι που θα τολμήσουν να υιοθετήσουν την τεχνητή νοημοσύνη με τρόπο υπεύθυνο και συμμετοχικό. Αυτό σημαίνει εκπαίδευση, ξεκάθαρες πολιτικές και συνεργασία με τους εργαζομένους, τους πελάτες και τους ρυθμιστικούς φορείς.»
O Νίκος Δημάκος, Partner, Head of Consulting, KPMG στην Ελλάδα, υπογραμμίζει: «Η παγκόσμια μελέτη του 2025 για την εμπιστοσύνη, τις στάσεις και τη χρήση της τεχνητής νοημοσύνης αποκαλύπτει ένα κρίσιμο παράδοξο: ενώ η χρήση του της τεχνητής νοημοσύνης αυξάνεται παγκοσμίως, οι προηγμένες οικονομίες εμφανίζουν σημαντικά χαμηλότερα επίπεδα εμπιστοσύνης, αποδοχής και εκπαίδευσης σε σχέση με τις αναδυόμενες. Συγκεκριμένα, μόνο το 39% των πολιτών σε προηγμένες οικονομίες εμπιστεύεται το AI, έναντι 57% στις αναδυόμενες, ενώ αντίστοιχα μόνο το 32% έχει λάβει Αυτό το μοτίβο δίνει ένα καθαρό μήνυμα: η τεχνολογική πρόοδος από μόνη της δεν είναι αρκετή. Η υπεύθυνη και βιώσιμη ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης απαιτεί υψηλό επίπεδο εμπιστοσύνης, ξεκάθαρους κανονισμούς και — κυρίως — επένδυση στην εκπαίδευση και την ψηφιακή παιδεία των πολιτών. Η εμπιστοσύνη χτίζεται μέσα από διαφάνεια, θεσμική επάρκεια, κριτική κατανόηση και υπεύθυνη χρήση. Οι κοινωνίες που επενδύουν στην παιδεία των πολιτών και στην υπεύθυνη διακυβέρνηση είναι εκείνες που απολαμβάνουν περισσότερα οφέλη και λιγότερους κινδύνους. Για τις χώρες που επιδιώκουν να αξιοποιήσουν την AI ως μοχλό ανάπτυξης, το δίδαγμα είναι σαφές: πρέπει να προχωρήσουν ταυτόχρονα στην τεχνολογική υιοθέτηση και στην κοινωνική ετοιμότητα.»